Η ομοφυλοφιλία στην Ευρώπη του 19ου και του 20ου αιώνα ήταν μια αρκετά παρεξηγημένη συμπεριφορά, μάλιστα σε σημείο που να θεωρείται και ποινικό αδίκημα στις περισσότερες χώρες. Με την επιρροή του Διαφωτισμού, καθώς και του κινήματος του κοινωνικού φιλελευθερισμού, οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις σιγά σιγά αποποινικοποιήθηκαν σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία και η Βαυαρία.
Ωστόσο, στην Πρωσία και στην Γερμανική Αυτοκρατορία υπήρχε ο “Νόμος 1871” , ο οποίος απαγόρευε ρητά "τις μη σύμφωνες με τη φύση" σεξουαλικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που διαπράττονται μεταξύ ατόμων άρρενος φύλου και μεταξύ ανθρώπου και ζώων". Οι πράξεις αυτές "τιμωρούνται με φυλάκιση και απώλεια πολιτικών δικαιωμάτων".
Το άρθρο 175 του Ποινικού Κώδικα του Ράιχ προέβλεπε συγκεκριμένα:
"1. Άρρην ο οποίος ενδίδει εις ποινικώς κολάσιμον συμπεριφορά με άλλον άρρενα ή επιτρέπει εις τον εαυτόν του να λάβει μέρος εις τοιαύτην δραστηριότητα, τιμωρείται με φυλάκισιν.
2. Εάν εις των συμμετεχόντων είναι κάτω της ηλικίας των είκοσι ενός ετών και το αδίκημα δεν υπήρξε ιδιαζόντως βαρύ, το δικαστήριο μπορεί να τον απαλλάξει από την ποινήν της φυλακίσεως."
Με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης δημιουργήθηκε ένα πιο φιλελεύθερο κλίμα στη χώρα, το οποίο αν και δεν οδήγησε στην κατάργηση του άρθρου 175, ωστόσο αποδυνάμωσε την εφαρμογή του. Έτσι, ξεπήδησαν πολυάριθμα μπαρ και σημεία συνάντησης ομοφυλόφιλων, αυξήθηκε η κυκλοφορία βιβλίων, κινηματογραφικών ταινιών και περιοδικών με ομοφυλοφιλικό περιεχόμενο , ενώ η ομοφυλοφιλία εκδηλωνόταν περισσότερο ανοιχτά και αποτελούσε όλο και περισσότερο ελεύθερο θέμα συζήτησης.
Όμως, στα μέσα της δεκαετίας του ’20, όπου η δύναμη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος NSDAP και η ιδεολογία του περί άριας φυλής είχε αρχίσει να εξαπλώνεται, η ομοφυλοφιλία στοχοποιήθηκε ως τροχοπέδη στην αύξηση της άριας φυλής και στον φυλετικό καθαρισμό. Ωστόσο, οι διώξεις των ομοφυλόφιλων ανδρών (οι γυναίκες στην εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία είναι κατώτερες των ανδρών και ο ρόλος τους αφορά κυρίως την εξυπηρέτηση των αναγκών του αρσενικού φύλου, κι επομένως δεν έχουν πραγματικές ανάγκες και δικαιώματα) ξεκίνησαν όταν ο Χίτλερ ένιωσε πως απειλείται από των ανταγωνιστή του στην ηγεσία του Κόμματος, Ερνστ Ρεμ, ο οποίος ήταν γνωστός ομοφυλόφιλος.
Συγκεκριμένα, ο Ρεμ, μαζί με τον Ρορμπάιν (Rohrbein), τον Πέτερσντορφ (Petersdorf) και τον Ερνστ Χέλντορφ (Ernst Helldorf), όλοι τους ομοφυλόφιλοι, συναντιόντουσαν σε ταβέρνα του Μονάχου, όπου σύχναζαν αποκλειστικά ομοφυλόφιλοι, προκειμένου να καταστρώσουν τα πολυμήχανα σχέδιά τους υπέρ της ναζιστικής δύναμης στη Γερμανία. Η ομάδα αυτή, με επικεφαλής τον Ρεμ, δημιούργησε τα τάγματα εφόδου με κωδικό “SA” (Sturmabteilung), τα οποία ήταν υπεύθυνα να «συμμορφώνουν» τους αντιφρονούντες και να συγκρούονται στους ταραγμένους δρόμους της Γερμανίας με τους κομμουνιστές, τους σοσιαλδημοκράτες και ενάντια σε πάσης φύσεως δημοκρατικές και αριστερές ομάδες. Τα μέλη της SA απαριθμούνταν σε περίπου 3 εκατομμύρια υπό την διοίκηση του Ρεμ, όταν η αντίστοιχη ομάδα των SS, η οποία ήταν υπεύθυνη αποκλειστικά για την ασφάλεια των μελών του Κόμματος και ελέγχονταν από την ηγεσία του, απαριθμούσε μόλις 30 χιλιάδες. Φιλοδοξία του Ρεμ ήταν η αντικατάσταση των SS και του στρατού από τα τάγματα εφόδου SA, στην ηγεσία της οποίας είχε φυσικά διορίσει έμπιστους φίλους του, ώστε μετά την άνοδο του Κόμματος στο τιμόνι της Γερμανίας, να αναλάβει εκείνος την ηγεσία και να θέσει πλήρως σε εφαρμογή τα αντικαπιταλιστικά και εθνικοσοσιαλιστικά του σχέδια. Κάτι το οποίο δεν άρεσε όχι μόνο στον Χίτλερ, αλλά και στους κύκλους των τραπεζιτών και των αριστοκρατών, των οποίων την υποστήριξη χρειαζόταν ο Χίτλερ, προκειμένου να ανέλθει στην εξουσία της χώρας.
Έτσι, λοιπόν, ο Χίτλερ αποφάσισε να λάβει δραστικά μέτρα, οργανώνοντας μια σφαγή της ηγεσίας των SA, η οποία έγινε γνωστή και ως «η νύχτα των μεγάλων μαχαιριών», όπου ο Ρεμ, μαζί με όλα τα ηγετικά στελέχη της SA συνελήφθησαν και εκτελέσθηκαν. Για να καθησυχάσει την κατακραυγή που, ως λογική συνέπεια, εκδηλώθηκε, ο Χίτλερ δικαιολόγησε την πράξη αυτή με κύριο επιχείρημα την ομοφυλοφιλία του Ρεμ. Επίσης, έδωσε διαταγή να καταγραφούν οι ομοφυλόφιλοι από την Γκεστάπο, η οποία συνέταξε φακέλους για όλους τους ομοφυλόφιλους καθώς και άλλους "μη κοινωνικοποιημένους" πολίτες του Τρίτου Ράιχ.
Το 1935 το τότε ισχύον άρθρο 175 καταργήθηκε, τη θέση του οποίου πήρε νέο αυστηρότερο άρθρο με τον ίδιο αριθμό, επιχειρώντας να "σφραγίσει τα ανοίγματα" που άφηνε το παλαιό. Ο νέος Κώδικας περιελάμβανε τα εξής:
'Αρθρο 175: Άρρην, ο οποίος συνάπτει σεξουαλική σχέση με άλλον άρρενα ή επιτρέπει σε άλλον άρρενα να τον χρησιμοποιήσει ως σεξουαλικό αντικείμενο, τιμωρείται με φυλάκιση. Εάν ο κατηγορούμενος είναι κάτω των 21 ετών, το δικαστήριο μπορεί, σε όχι ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, να μην επιβάλει φυλάκιση.
Άρθρο 175α: Κάθειρξη διαρκείας μέχρι δέκα ετών ή, όπου υφίστανται ελαφρυντικά, φυλάκιση όχι μικρότερα των τριών μηνών, θα επιβάλλεται εις
· (1) άρρενα ο οποίος με βία ή απειλή σωματικής ή ψυχολογικής βίας ή απειλή αφαίρεσης ζωής, εξαναγκάζει άλλον άρρενα εις σεξουαλική πράξη ή επιτρέπει εις τον εαυτό του να συμμετάσχει εις αυτήν
· (2) άρρενα ο οποίος, εκμεταλλευόμενος σχέση βασιζόμενη σε υπηρεσία, εργοδοσία ή εξάρτηση, εξαναγκάζει άλλον άρρενα εις σεξουαλική πράξη ή επιτρέπει εις τον εαυτό του να συμμετάσχει εις αυτήν
· (3) άρρενα, άνω των 21 ετών, ο οποίος αποπλανώντας άρρενα κάτω των 21 ετών εξαναγκάζει άλλον άρρενα εις σεξουαλική πράξη ή επιτρέπει εις τον εαυτό του να συμμετάσχει εις αυτήν
· (4) άρρενα ο οποίος δημόσια προβαίνει εις σεξουαλική πράξη ή πρόκληση με άρρενες ή επιτρέπει εις τον εαυτό του να συμμετάσχει εις αυτήν.
Άρθρο 175β: Μη φυσιολογική σεξουαλική πράξη διαπραττομένη μεταξύ ανθρώπου και ζώων τιμωρείται με φυλάκιση. Είναι, επίσης, δυνατή η επιβολή απώλειας των πολιτικών δικαιωμάτων.
Οι ναζιστές ενεργοποίησαν και άλλες νομοθετικές διατάξεις, στοχεύοντας στις σεξουαλικές "παραβάσεις". Στις 26 Ιουνίου 1935 ψηφίσθηκε ο "Νόμος Προστασίας των Επιγόνων με Κληρονομικές παθήσεις", με βάση τον οποίο τα δικαστήρια διέταξαν τον ευνουχισμό ορισμένων παραβατών σε περιπτώσεις βιασμών, "ανίερων σεξουαλικών πράξεων" και σεξουαλικών πράξεων με συμμετοχή αγοριών κάτω των 14 ετών. Το νομοθετικό αυτό πλαίσιο όριζε τους ομοφυλόφιλους ως «μη κοινωνικοποιημένα άτομα», τα οποία απειλούσαν το Ράιχ και την ηθική αγνότητα της Γερμανίας. Η ποινή των «χρονίως ομοφυλοφίλων» ήταν ο εγκλεισμός τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Με τις παραπάνω νομοθετικές παρεμβάσεις, πλέον ζητήματα που αφορούσαν το ήθους του λαού έγιναν αντικείμενο ενασχόλησης της αστυνομίας. Τα επίσημα αρχεία της Γκεστάπο αναφέρουν ότι το 1934 συνελήφθησαν 766 άτομα ως ομοφυλόφιλοι, το 1936 οι συλληφθέντες έφθασαν τους 4.000, ενώ το 1938 ξεπέρασαν τους 8.000. Το 1936, ύστερα από εντολή του Χίμλερ, δημιουργήθηκε το Κεντρικό Γραφείο του Ράιχ για την καταπολέμηση της ομοφυλοφιλίας και ο ίδιος τοποθέτησε επικεφαλής τον Γιόζεφ Μάιζινγκερ (Joseph Meisinger). Το Γραφείο ενεθάρρυνε τους καταδότες και πληροφοριοδότες δημιουργώντας ολόκληρο δίκτυο: μαθητές κατέδιδαν καθηγητές τους, εργοδότες τους υπαλλήλους τους και το αντίστροφο. Οι συλλαμβανόμενοι ομοφυλόφιλοι ανακρίνονταν, ώστε να καταδώσουν και άλλους ομοφυλόφιλους, γεγονός το οποίο βοηθούσε την Γκεστάπο να καταστρώνει λίστες με προφανή στόχο τον εντοπισμό και τη σύλληψη όλων των ομοφυλόφιλων της Γερμανίας, με απώτερο σκοπό τον εγκλεισμό τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στα στρατόπεδα αυτά υποχρεώνονταν οι ομοφυλόφιλοι να φέρουν στην στολή τους το σύμβολο της ομοφυλοφιλίας, το ροζ τρίγωνο.
Σύμφωνα με το υπερεσιακό σημείωμα που απέστειλε ο Χϊμλερ στις 20 Μαΐου 1939 προς τους διοικητές των στρατοπέδων, ενθαρρυνόταν ο ανοικτός εκβιασμός των ομοφυλόφιλων με ευνουχισμό. Ο ακριβής αριθμός των εγκλεισμένων ομοφυλόφιλων δεν έχει γίνει γνωστός, οι εκτιμήσεις όμως κάνουν λόγο για 10 έως 15 χιλιάδες άτομα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνδρες - οι γυναίκες σπάνια εγκλείονταν σε στρατόπεδα, αν και υφίσταντο άλλες μορφές δίωξης. Αυτό δείχνει ότι οι προθέσεις των Ναζί ήταν να "αναμορφώσουν" και να "εκπαιδεύσουν" τον ομοφυλόφιλο πληθυσμό, επαναφέροντάς τον στον, κατά την άποψή τους, σεξουαλικά ορθό δρόμο. Οι Ναζί, πράγματι, δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για τους περιστασιακά ομοφυλόφιλους, αλλά προσπάθησαν να εγκλωβίσουν τους «αθεράπευτα» ομοφυλόφιλους. Η απειλή του Χίμλερ, αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως μέσο εκφοβισμού. Έγινε, όμως, πραγματικότητα για αρκετούς κρατούμενους, οι οποίοι ευνουχίσθηκαν. Δεν είναι, επίσης, καθόλου περίεργο, ότι διώξεις ομοφυλόφιλων δεν πραγματοποιήθηκαν σε καμία από τις κατεχόμενες χώρες, αλλά περιορίσθηκαν στην Γερμανία, εφόσον αυτό που απασχολούσε τους Ναζί ήταν η φυλετική ανωτερότητα και καθαρότητα των Γερμανών και μόνον αυτών.
Οι έγκλειστοι ομοφυλόφιλοι είχαν ιδιαίτερα σκληρή μεταχείριση από το προσωπικό των στρατοπέδων, ενώ οι φύλακες ενθάρρυναν κτηνώδεις συμπεριφορές προς τους κρατούμενους με το ροζ τρίγωνο και από άλλες κατηγορίες κρατουμένων, ιδιαίτερα από αυτούς με το κόκκινο (ποινικοί) και το πράσινο τρίγωνο (πολιτικοί κρατούμενοι). Η κατάσταση αυτή επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την ψυχολογία των ομοφυλόφιλων κρατουμένων, καθώς δεν είχαν τη δυνατότητα ενίσχυσης του ηθικού τους, δεχόμενοι κάποια συμπαράσταση από άλλες κοινωνικές ομάδες κρατουμένων.
Έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι η εξόντωση αυτής ειδικά της κοινωνικής ομάδας δεν έλαβε την οφειλόμενη αναγνώριση στη Δίκη της Νυρεμβέργης, κυρίως επειδή ο τότε γερμανικός νόμος εξακολουθούσε δυστυχώς να θεωρεί την ομοφυλοφιλία ως αδίκημα (το άρθρο 175 του Ποινικού Κώδικα καταργήθηκε οριστικά μόλις το 1969). Μόλις τη δεκαετία του '70 οι ιστορικοί άρχισαν να συμπεριλαμβάνουν επίσημα τους ομοφυλόφιλους στα θύματα του Ολοκαυτώματος. Μαρτυρίες κρατουμένων, θεατρικά και κινηματογραφικά έργα όπως το Bent και ιστορικές πηγές τεκμηρίωσαν την ομοφοβική υστερία και τη λαίλαπα διώξεων στη ναζιστική Γερμανία.
Η γερμανική κυβέρνηση μόλις το 2002 αναγνώρισε τους ομοφυλόφιλους ως θύματα της ναζιστικής θηριωδίας, καθώς και τους δικαιούχους αποζημιώσεων για όσους ζουν ακόμα, ενώ στις 27 Ιανουαρίου του 2005, στην επέτειο των 60 χρόνων από την απελευθέρωση του Άουσβιτς, ήρθε και η επίσημη αναγνώριση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σήμερα υπάρχουν μνημεία στο Βερολίνο, το Άμστερνταμ και το Σίδνεϊ, για να υπενθυμίζουν τη θηριωδία των Ναζί ενάντια στους ομοφυλόφιλους ως έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα, καθώς και ως ένδειξη σεβασμού προς τα θύματα και αποδοχής της διαφορετικότητας των ατόμων που αποτελούν τον κοινωνικό ιστό.
Αναμνηστική πλάκα στο Βερολίνο με το ροζ τρίγωνο στην κορυφή, εις μνήμην των ομοφυλόφιλων που βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν στα Ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου